12/11/2009
Ιερά Μητρόπολη Διδυμοτείχου, Ορεστιάδος και Σουφλίου
Η πρώτη μαρτυρία για την Επισκοπή Πλωτινουπόλεως χρονολογείται στα 434-435, όταν ο επίσκοπος Ιερόφιλος μετατίθεται από την Τραπεζούπολη της Φρυγίας στην Πλωτινούπολη. Στο Συνέκδημο του Ιεροκλέους η Πλωτινούπολη αναφέρεται ως μία από τις επισκοπές της επαρχίας Αιμιμόντου. Στην έκθεση Επιφανίου αναφέρεται τρίτη ανάμεσα στις επισκοπές της Μητρόπολης Αδριανούπολης. Αρκετά αργότερα στα 787 βρίσκουμε την Πλωτινούπολη και το όνομα του επισκόπου της Γεωργίου στα Πρακτικά της Β' εν Νικαία Συνόδου [μέχρι τον 8ο αιώνα διατηρήθηκε η «επισκοπή Πλωτινόπολης», αν και η έδρα της πρέπει να είχε μεταφερθεί από καιρό στο Διδυμότειχο (λόφος Καλέ). (Ντίνου Χριστιανόπουλου «Σύντομη Ιστορία του Διδυμοτείχου», Θεσσαλονίκη 1993, σελ. 13)].
Το 1206 πέθανε στο Διδυμότειχο, όπου είχε αυτοεξοριστεί, ο πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης Ιωάννης Ι΄ Καματηρός, ενσαρκωτής του πνεύματος της αντίστασης εναντίον των Φράγκων και Βουλγάρων. (Ντίνου Χριστιανόπουλου «Σύντομη Ιστορία του Διδυμοτείχου», Θεσσαλονίκη 1993, σελ. 16).
Το 1324, επί μητροπολίτη Θεόδούλου (1315-1329), η μητρόπολη Διδυμοτείχου φορολογήθηκε με 100 υπέρπυρα, δηλ. τα μισά από ότι η Θεσσαλονική: αυτό δείχνει τη σημαντική άνοδο της μητρόπολης στην εκκλησιαστική ιεραρχία, σε συσχετισμο βέβαια και με τη συρρίκνωση της αυτοκρατορίας.
Το 1347 ο Ιωάννης Καντακουζηνός, με τη βοήθεια των Τούρκων, εισήλθε στην πρωτεύουσα. Αμέσως καθαίρεσε (μετά από Σύνοδο) τον αντίπαλό του πατριάρχη Ιωάννη Καλέκα και τον εξόρισε στο Διδυμότειχο. (Ντίνου Χριστιανόπουλου «Σύντομη Ιστορία του Διδυμοτείχου», Θεσσαλονίκη 1993, σελ. 19-21).
Ο εκτεταμένος εξισλαμισμός και η εδραίωση της οθωμανικής κυριαρχίας στο δεύτερο μισό του 14ου αιώνα συνεπάγονται τον περιορισμό του ελληνικού στοιχείου σε αστικές νησίδες, ανάμεσα στις οποίες και το Διδυμότειχο. Η περιοχή του Διδυμοτείχου εξακολουθεί επί Τουρκοκρατίας να αποτελεί ιδιαίτερη Μητρόπολη, μία από τις τρεις σταθερές στο χώρο της σημερινής Ελληνικής Θράκης, μαζί με τις Μητροπόλεις της Μαρωνείας και της Ξάνθης. Σε σημειώσεις σε ελληνικό χειρόγραφο του Σινά οι οποίες χρονολογούνται στο 15ο-16ο αιώνα η Μητρόπολη Διδυμοτείχου αναφέρεται στην 140η θέση. Ο Paul Ricaut αναφέρει το 1692 το Διδυμότειχο μεταξύ των επισκόπων οι οποίες εξαρτώνται αμέσως από το Πατριαρχείο μαζί με τη Σωζόπολη, τη Φιλιπούπολη και άλλες πλησίον ευρισκόμενες πόλεις.
Σε ότι αφορά το Μητροπολιτικό κτίριο γνωρίζουμε ότι από τις αρχές του 20ου αιώνα γινόταν προσπάθειες για ανέγερση νέου Μητροπολιτικού Μεγάρου, μιας και το ηλικίας τότε 200 ετών ξυλεπένδυτο κτίριο είχε πλέον ερειπωθεί. Αυτοκρατορικό φιρμάνι της 9ης Σεπτεμβρίου 1905 αναφέρεται στην ανέγερση νέου κτιρίου της Μητρόπολης Διδυμοτείχου το οποίο τελικά κτίζεται μόλις το 1925-1928. Στο μεσοδιάστημα η Μητρόπολη φιλοξενείται στο Σελαμλίκ. Τέλος στα 1966 η Μητρόπολη αποκτά νέο κτίριο, αυτό που συναντάμε σήμερα.
Ιερά Μητόπολη Διδυμοτείχου, Ορεστιάδος και Σουφλίου
(κύρια πηγή: Αθ. Γουρίδη "ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ", Διδ/χο, Μάιος 1999, σελ. 98-100).
Για περισσότερες πληροφορίες
www.imdos.gr
|