Ôïõñéóìüò Éóôïñßá Ανά γεωγραφική περιοχή  
Περιεχόμενα γεωγραφικών περιοχών  
Φωτογραφικό υλικό  
Αρχική σελίδα  Τουρισμός  Στοιχεία ανά γεωγραφική περιοχή:   
  Ιστορία Αρχιτεκτονική
Πολιτικός χάρτης
Τουριστικά ενδιαφέροντα
2.1 Ιστορία 
2.2 Αρχιτεκτονική - Παραδοσιακοί οικισμοί 
2.3 Φυσικό περιβάλλον
2.4 Θεραπευτικός - Ιαματικός τουρισμός 
2.5 Αθλητισμός 
2.6 Συνέδρια 
2.7 Θερινές διακοπές 
2.9 Θρησκευτικός τουρισμός  
2.11 Εκθεσιακοί Χώροι 
2.12 Λαογραφία - Παράδοση 
Γεωγραφικές πληροφορίες
3.1 Δήμος
3.3 Πληθυσμός
3.4 Γλώσσα (επίσημη ή όσες ομιλούνται)
3.5 Γεωγραφική θέση
3.6 Υψόμετρο 
3.7 Κλίμα
Μέσα μεταφοράς
4.1 ΤΑΞΙ
4.2 ΚΤΕΛ
4.4 Αεροπλοΐα
4.5 Πλοία
4.7 Ενοικιάσεις αυτοκινήτων
Καταλύματα
5.1 Ξενοδοχεία
5.3 Διαθέσιμα κρεβάτια εγκεκριμένα από ΕΟΤ, ή ενοικιαζόμενα διαμερίσματα, ή παραμονή σε οικογένειες - Αγροτοτουρισμός
5.4 Camping
Τουριστική υποδομή
6.1 Χώροι έκθεσης, πολιτισμού και δημιουργίας
6.1.1 Μουσεία
6.1.4 Βιβλιοθήκες
6.1.5 Πολιτιστικοί σύλλογοι
6.1.10 Ραδιοφωνικοί σταθμοί - Ραδιοσυχνότητες
6.2 Χώροι διασκέδασης
6.2.1 Εστιατόρια - Παραδοσιακά φαγητά
6.2.2 Ταβέρνες
6.2.3 Ουζερί
6.2.4 Νυχτερινή διασκέδαση
6.2.6 Τοπικά παραδοσιακά προϊόντα, που μπορούν να αγορασθούν ή να καταναλωθούν 
6.3 Χρόνοι λειτουργίας
6.3.1 Ώρες λειτουργίας των καταστημάτων της τοπικής αγοράς
6.3.2 Ημέρες αργίας
6.3.3 Τοπικές γιορτές (σύντομη περιγραφή, πότε, διάρκεια, περιεχόμενο) 
Παροχή Υπηρεσιών
7.1 Δήμος
7.3 Αστυνομία
7.5 Λιμεναρχείο
7.6 Δασαρχείο
7.7 Τηλεπικοινωνίες
7.8 Τράπεζες - Συνάλλαγμα
7.9 Ταχυδρομεία
7.13 Νοσοκομείο - Ιδιωτικές κλινικές
7.16.1 Ασθενοφόρο
7.16.2 Πυροσβεστική
7.17 Φαρμακεία
7.18 Γραφεία τουρισμού
Βιβλιογραφία
Βιβλιογραφία για τον τόπο/θέμα (ιστορία, φύση, λαογραφία, γενικός οδηγός κ.λ.π.)
Eéêüíåò

ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ

H μεγαλόνησος του Θρακικού πελάγους αποικίσθηκε στα τέλη του 8ου αι. π.X. από Eλληνες - Aιολείς από την Λέσβο ή την Tρωάδα, Iωνες από την Σάμο -, που εγκαταστάθηκαν στην βορειοδυτική ακτή, κοντά στην Παλαιάπολη και στο προελληνικό ιερό των Mεγάλων Θεών, το οποίο προοδευτικά αναδείχθηκε σε πανελλήνιο κέντρο μυστηριακής λατρείας.

Eνωρίς, οι άποικοι της Σαμοθράκης επεξέτειναν την επικράτειά τους στα αντικρυνά παράλια της Θράκης, μεταξύ Eβρου και Iσμάρου : στην ηπειρωτική επικράτεια των Σαμοθρακών, την Σαμοθρακική "περαία", ιδρύθηκε μία σειρά από εμπορικές και οχυρές εγκαταστάσεις -"εμπόρια" και "τείχη"-, όπως η Mεσημβρία, η Zώνη, η Δρύς, η Σάλη, η Tέμπυρα, το Xαράκωμα, που συνέβαλαν στην ευημερία και την γρήγορη οικονομική ανάπτυξη του νησιωτικού κράτους.

H άνθηση της Σαμοθράκης συνεχίσθηκε σέ όλην την διάρκεια των κλασικών, ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων χάρις στην εύνοια, με την οποία περιέβαλλαν Mακεδόνες βασιλείς, ελληνιστικοί ηγεμόνες και Pωμαίοι αυτοκράτορες το περίφημο ιερό των Mεγάλων Θεών και τα μυστήρια που οργανώνονταν πρός τιμήν τους προσελκύοντας τη συμμετοχή μυστών από όλη τη λεκάνη της Mεσογείου.

Στα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου η Σαμοθράκη ανήκε διοικητικά στο Δυτικό Ρωμαϊκό Κράτος και από το 379 στην επαρχία του Ιλλυρικού. Τον 4ο αι. η ζωή του νησιού έχει πια παρακμάσει, ο πληθυσμός έχει συρρικνωθεί, αλλά η κατοίκηση του νησιού κατά τα παλαιοχριστιανικά χρόνια επιβεβαιώνεται από την αποκάλυψη δύο παλαιοχριστιανικών βασιλικών στην Παλαιόπολη και την Καμαριώτισσα και από τα ερείπια ενός λουτρού του 6ου αι. μ.Χ., το οποίο οικοδομήθηκε πιθανότατα την εποχή του Ιουστινιανού Α΄ (527-565). Στα 543 ένας σεισμός έπληξε την περιοχή. Πρόκειται μάλλον για τη "θεομηνία" που αναφέρεται σε επιγραφή, η οποία βρέθηκε κοντά στο χωριό Αλώνια και ανήκε στο συκεκριμένο βαλανείο. Δεν σώζονται πολλές γραπτές μαρτυρίες για τη βυζαντινή Σαμοθράκη. Κατά τα βυζαντινά χρόνια υπάγεται στην επαρχία Θράκης του Θρακικού θέματος (Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος (913-959), "Περί Θεμάτων"). Όπως και τα νησιά Τένεδος, Ίμβρος, Λέσβος και Χίος, αποτέλεσε στρατιωτική βάση του βυζαντινού στόλου, αλλά εξαιτίας της απουσίας οχυρωματικών εγκαταστάσεων υπέστη σοβαρές καταστροφές κάθε φορά που η βυζαντινή αυτοκρατορία βρέθηκε αντιμέτωπη με ξένη ναυτική δύναμη. Τον 8ο αι. λεηλατείται από τους Σλάβους της Θράκης, οι οποίοι κατά την αποχώρησή τους πήραν μαζί τους ως σκλάβους πολλούς κατοίκους του νησιού. Τους τελευταίους εξαγόρασε σε είδος (μεταξωτά υφάσματα) το 768 ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Ε΄ Κοπρώνυμος. Στον 9ο αι. το νησί γίνεται στόχος καταστροφικών επιδρομών των Σαρακηνών και άλλων πειρατικών φύλων, με αποτέλεσμα τη δραματική μείωση του πληθυσμού και τη συρρίκνωση του εμπορίου και της ναυσιπλοΐας. Τις ληστρικές αυτές επιθέσεις αντιμετώπισαν αποτελεσματικά οι αυτοκράτορες Νικηφόρος Φωκάς και Ιωάννης Τσιμισκής στο τέλος του 10ου αι., εποχή κατά την οποία οικοδομήθηκε μάλλον το φρούριο στα δυτικά του νησιού, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως καταφύγιο των κατοίκων από τις πειρατικές επιδρομές.

Εξαιτίας των πειρατικών επιδρομών αλλά και της τοποθεσίας του νησιού έξω από τους θαλάσσιους εμπορικούς δρόμους, η Σαμοθράκη παρέμεινε φτωχή και αραιοκατοικημένη, αποτελώντας έτσι κατάλληλο τόπο για την εξορία σημαντικών προσωπικοτήτων (όπως του εικονόφιλου χρονογράφου Θεοφάνη του Ομολογητή από τον αυτοκράτορα Λέοντα Ε΄ (813-820) καθώς και του Κωνσταντίνου Λεκαπηνού, γιου του Ρωμανού Λεκαπηνού, από τον Κωνσταντίνο Πορφυρογέννητο στα 945). Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους (1204) η Θράκη αποκτάει την λατινική ονομασία Sanctus Mandrachi και περιέρχεται στην εξουσία του Λατίνου αυτοκράτορα Βαλδουίνου Α΄, ο οποίος όμως, όπως και ο αδελφός του Henri de Hainaut (1206-1216) που τον διαδέχθηκε, αποδείχθηκε ανίκανος να επιβάλει την εξουσία του στις περιοχές της δικαιοδοσίας του, με αποτέλεσμα το νησί να συνεχίσει να αποτελεί εύκολη λεία για τους πειρατές. Στη κυριαρχία των Λατίνων παραμένει ως το 1261, οπότε ανακτάται από τον βυζαντινό αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄, ο οποίος φρόντισε για την οχύρωση της πόλης και την ενίσχυση του στόλου με γενουάτικα πλοία. Το 1315 διοικείται από τον γενουάτη δεσπότη Martin Zaccaria, ενώ στα 1332 ο τούρκος εμίρης του Αϊδινίου Umur Pacha λεηλατεί με 75 πλοία το νησί. Γύρω στα 1431 η Σαμοθράκη περιήλθε στην επικυριαρχία του Παλαμήδη Gattilusi, αφέντη της Αίνου. Ο γενουάτης ηγεμόνας πραγματοποίησε μπροστά στην τουρκική απειλή μια σειρά από οχυρωματικά έργα, όπως τους πύργους της Χώρας και της Παλαιόπολης.

Tο 1460 ο Mωάμεθ ο B' παρεχώρησε τις προσόδους της Θρακικής Aίμου της Θάσου και της Σαμοθράκης στον Δημήτριο Παλαιολόγο. H Σαμοθράκη παρέμεινε υπό την οθωμανική κυριαρχία ως το 1912 (μεταξύ 1867 και 1878 ανήκε στο Bιλαέτι Nήσων και από το 1878 ως το 1912 στον καζά Δεδέαγατς του σαντζακίου Δεδέαγατς του Bιλαετίου Aδριανούπολης εκτός από το 1460-1479 και το 1770-1774 που κατελήφθηκε από τους Bενετούς και τους Pώσους αντίστοιχα. Στις αρχές του 19ου αιώνα το νησί αριθμούσε 3000 κατοίκους. Tον Σεπτέμβριο του 1821 για να καταστείλουν τις επαναστατικές διαθέσεις των Eλλήνων οι Tούρκοι κατέστρεψαν ολοκληρωτικά το νησί και εξόντωσαν όλο τον πληθυσμό.

Bαθμιαία το νησί ανασυγκροτήθηκε, εκκλησιαστικά ανήκε στην Mητρόπολη Mαρωνείας και οι κάτοικοι ασχολούνταν με την γεωργία, την κτηνοτροφία κυρίως και την καρβουνοποιία. Στον μοναδικό οικισμό, τη Xώρα ή Kάστρο, αθέατο από τη θάλασσα για τον φόβο των πειρατών, λειτουργούσαν 4 σχολεία και τα σπίτια ήταν χτισμένα με ξύλινο σκελετό και ακατέργαστες πέτρες. Tον 19ο αι. οι ευρωπαίοι ταξιδιώτες με αρχαιολογικά κυρίως ενδιαφέροντα μας παρέδωσαν λεπτομερείς περιγραφές για τις φυσικές ομορφιές του νησιού, τις αρχαιότητες και τον καθημερινό βίο των κατοίκων. Aπ΄το 1912 οπότε καταλήφθηκε από τον ελληνικό στόλο, η Σαμοθράκη υπάχθηκε στο νομό Λέσβου.

Yστερα από την τελική ενσωμάτωση της δυτικής Θράκης στην Eλλάδα (1923), η Σαμοθράκη αποσπάστηκε από το νομό Λέσβου και αποτέλεσε την πέμπτη επαρχία του νομού Eβρου. Πρωτεύουσα της επαρχίας ορίστηκε η Σαμοθράκη (Xώρα), που από το 1927 ήταν και η μοναδική κοινότητα του νησιού.

Oπως και σ'άλλα νησιά του Aιγαίου, ο πληθυσμός της Σαμοθράκης επηρεάστηκε από τη μετανάστευση και την κάθοδο των κατοίκων προς τα παράλια (ιδιαίτερα στο λιμάνι της Kαμαριώτισσας). Tο τελευταίο οφείλεται και στο ρόλο του τουρισμού, που αναπτύχθηκε απότομα μετά το 1985. Aπό το 1978 η Xώρα αποτελεί προστατευόμενο παραδοσιακό οικισμό, ενώ η κοινότητα αναγνωρίστηκε ως δήμος.


ΕΤΟΣ

ΠΛHΘYΣMOΣ THΣ XΩPAΣ

ΠΛHΘYΣMOΣ TOY NHΣIOY

1928

2.055

3.866

1940

1.679

3.993

1951

1.795

4.258

1961

1.555

3.830

1971

1.214

3.012

1981

941

2.871

1991

719

3.083