Αθηνά: |
Γεια! |
Δανάη: |
Καλώς την!
Τι συμβαίνει ;
Δεν
σε
βλέπω
στα κέφια σου ! |
Αθηνά: |
Ναι,
δεν έχω
πολλή
όρεξη! |
Δανάη: |
Γιατί; Τι
έγινε ; |
Αθηνά: |
Είδα
το
πρωί
τυχαία
στον
δρόμο τον Αχιλλέα… |
Δανάη: |
Τον Αχιλλέα;
Ποιον Αχιλλέα; |
Αθηνά: |
Τον
κουμπάρο
μου
, παιδί μου .
Αυτόν
που
μας
πάντρεψε... |
Δανάη: |
Ποιον; Αυτόν που
είδαμε στη Θεσσαλονίκη; |
Αθηνά: |
Ναι!
Του
φώναξα ,
τον
χαιρέτησα ,
αλλά
αυτός
προχώρησε χωρίς
να
μου
μιλήσει.
Κάτι τον
απασχολούσε ,
είμαι
σίγουρη.
Έτρεξα
να τον προλάβω,
αλλά αυτός
μπήκε
στο
λεωφορείο και
έφυγε. |
Δανάη: |
Μπορεί
να μην σε είδε. |
Αθηνά: |
Μπα! Αποκλείεται!
Πέρασε
σχεδόν
δίπλα μου… |
Δανάη: |
Περίεργο !
Μόνος
του
ήταν; |
Αθηνά: |
Ναι, αλλά
περπατούσε
αργά
και φαινόταν
πολύ
στενοχωρημένος. |
Δανάη: |
Πότε
μιλήσατε για
τελευταία
φορά; |
Αθηνά: |
Δεν θυμάμαι.
Πόσο του μηνός έχουμε
σήμερα; |
Δανάη: |
Δεκαπέντε… |
Αθηνά: |
Τον
συνάντησα πριν από
μια
βδομάδα .
Πήγαμε
για
καφέ ,
συζητήσαμε,
έκανε πλάκα,
όλα
καλά! Κάτι συμβαίνει… Τι
να κάνω; Τι
θα έκανες
εσύ
αν ήσουν στην θέση μου; |
Δανάη: |
Τι να
σου
πω…
Αν ήμουν στην θέση σου,
θα του τηλεφωνούσα
αμέσως
και θα τον ρωτούσα τι συμβαίνει.
|
Αθηνά: |
Τι λες
να κάνω ;
Να τον πάρω τηλέφωνο
τώρα
ή να πάω
σπίτι
του; |
Δανάη: |
Δεν τον παίρνεις
καλύτερα
τηλέφωνο το
το απόγευμα ;
Είναι μεσημέρι τώρα,
μπορεί να κοιμάται. |
Αθηνά: |
Δεν μπορώ
να περιμένω !
Έχω αγωνία!
Θα τον πάρω τηλέφωνο τώρα.
Εξάλλου, ο Αχιλλέας
δεν κοιμάται
ποτέ το μεσημέρι. |
Δανάη: |
Όπως
νομίζεις |
Αχιλλέας: |
Ναι; |
Αθηνά: |
Έλα Αχιλλέα, η Αθηνά είμαι. |
Αχιλλέας: |
Έλα Αθηνά μου,
τι κάνεις ; |
Δανάη: |
Καλά είμαι.
Εσύ τι γίνεσαι;
Όλα καλά; |
Αχιλλέας: |
Χάλια!
Όλα μου πάνε στραβά.
Προχτές μου
έκλεψαν
το πορτοφόλι
και σήμερα το πρωί
τράκαρα…
|
Δανάη: |
Σοβαρά
μιλάς ;
Eλπίζω
να μην τριτώσει το κακό… |