28/11/2007
Κομοτηνή
Σύμφωνα με τα υπάρχοντα αρχαιολογικά δεδομένα, στο BΔ τμήμα του σημερινού κέντρου της Kομοτηνής αναπτύχθηκε κατά τα παλαιοχριστιανικά και βυζαντινά χρόνια ένας μικρός οικισμός-σταθμός της Εγνατία οδού, ο οποίος αναφέρεται κατά τον 14ο αι. με τα ονόματα Kουμουτζηνά από τον αυτοκράτορα Ιωάννη Στ' τον Καντακουζηνό και Kομοτηνά ή Kομοτηνή από τον Νικηφόρο Γρήγορο. Τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα του οχυρωματικού τείχους, το δωρικό κιονόκρανο της ελληνιστικής εποχής, το πορτραίτο του τελευταίου τέταρτου του 2ου αιώνα μ.Χ., ο επιτύμβιος βωμός του 4ου αιώνα μ.Χ. και το τετράπλευρο φρούριο με τους γωνιακούς και ενδιάμεσους πύργους που έκτισε ο Θεοδόσιος Α? τον 4ο αιώνα μ.Χ., αποτελούν τα τεκμήρια για την ύπαρξη παλαιότερου πολίσματος στην θέση της σημερινής Κομοτηνής.
Η παρακμή και η καταστροφή της Μαξιμιανούπολης-Μοσυνούπολης και άλλων μεγάλων πόλεων κατά τον 13ο αιώνα, αλλά και η θέση του οικισμού πάνω στην Εγνατία οδό, η οποία συνέδεε το Δυρράχιο με την Κωνσταντινούπολη, συνετέλεσαν στην άνοδο και την ανάπτυξη του σε σημαντικό οικισμό της περιοχής. Στα μέσα του 14ου αι. διοικείται από τον Mατθαίο Kαντακουζηνό και συμμετάσχει στον καταστροφικό εμφύλιο πόλεμο, ο οποίος διήρκεσε έως το 1347 και ουσιαστικά προετοίμασε το έδαφος για την κατάληψη της περιοχής από τους Τούρκους. Μετά την κατάληψη του από τον Γαζή Εβρενός Μπέη στα 1363 και την εγκαθίδρυση της οθωμανικής κυριαρχίας, η οποία διήρκεσε πεντέμισυ αιώνες, ο οικισμός επεκτάθηκε έξω από τα τείχη. Για μεγάλο χρονικό διάστημα την πολίχνη κατοικούσε αποκλειστικά χριστιανικός και εβραϊκός πληθυσμός, γύρω από τον οποίο εγκαταστάθηκαν αργότερα μουσουλμάνοι έποικοι από τη Μικρά Ασία.
Κατά τη μακρά περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας χτίστηκε το πτωχοκομείο (Iμαρέτ) και το παλαιό τέμενος. Από τα τέλη του 17ου αι. έως και σήμερα η πόλη είναι έδρα της Iεράς Mητρόπολης Mαρωνείας. Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα η ελληνική επανάσταση, ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος (1877-78) και οι μεταρρυθμίσεις του Χάττι Χουμαγιούν πυροδοτούν νέες εξελίξεις στην περιοχή του Έβρου, οδηγούν στην εξασθένιση της οθωμανικής παντοδυναμίας και δίνουν περιθώριο προόδου στα υπόδουλα έθνη.
Στο β? μισό του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου αιώνα η πόλη ανέπτυξε έντονη οικονομική ζωή, αξιόλογη γεωργία και κτηνοτροφία. Το εμπόριο, εισαγωγικό και εξαγωγικό, διεξαγόταν από τα λιμάνια Mουμπαγιά (κοντά στο Φανάρι) και Πόρτο Λάγος και αργότερα μέσω του σιδηροδρόμου Kωνσταντινούπολης-Θεσσαλονίκης, οπότε λειτούργησε το λιμάνι του Δεδέαγατς. Τα άφθονα προϊόντα της πεδιάδας της Κομοτηνής και τα εμπορεύματα της πόλης κατέστησαν την Κομοτηνή γνωστή σε όλη την Oθωμανική Aυτοκρατορία και τους κατοίκους της πλούσιους αστούς και γαιοκτήμονες. Την εποχή αυτή κατασκευάζονται αξιόλογα δημόσια κτίρια και πολυτελείς ιδιωτικές οικίες, πολλές από τις οποίες σώζονται και σήμερα, χαρακτηριστικές αποδείξεις της οικονομικής προόδου.
Η οικονομική και εμπορική ακμή της πόλης προσέλκυσε κατοίκους από πολλές περιοχές (Αρμένιοι, Ιουδαίοι, Βούλγαροι), ενώ χαρακτηριστικές είναι και οι εξελίξεις στον πνευματικό τομέα. Στα 1885 λειτουργεί η Αδελφότης Κυριών και ο σύλλογος "ΟΜΟΝΟΙΑ" στους κόλπους του οποίου νέοι της Κομοτηνής δίνουν θεατρικές παραστάσεις και συναυλίες. Οι ελληνικές εφημερίδες της Κωνσταντινούπολης κυκλοφορούν αδιάλειπτα στην πόλη της Κομοτηνής, ενώ μεγάλοι ευεργέτες παρέχουν τα οικονομικά μέσα για την λειτουργία των σχολείων. Οι φιλομαθέστεροι μαθητές έχουν τη δυνατότητα να συνεχίσουν τις σπουδές τους στα εκπαιδευτήρια της Αδριανούπολης και στην συνέχεια στα πανεπιστήμια της Ευρώπης. Ενδεικτικό της πνευματικής κίνησης, είναι το γεγονός ότι από την Κομοτηνή καταγόταν μια από τις πρώτες γυναίκες γιατρούς της Θράκης.
Μετά το 1890 και κυρίως κατά τη δεκαετία του 1910, ο μουσουλμανικός πληθυσμός της πόλης ενισχύθηκε με πρόσφυγες από τη Bοσνία και τη Bουλγαρία. Η εγκατάσταση της βουλγαρικής Διοίκησης στην Κομοτηνή το 1912, ο Α' Βαλκανικός πόλεμος (1912-13), η ήττα της Τουρκίας και η μακρόχρονη βουλγαρική κατοχή, αλλά και ο εκβουλγαρισμός της περιοχής είχαν καταστρεπτικές συνέπειες στους χριστιανούς αλλά και στους μουσουλμάνους της Θράκης. Οι υπερβολικές αξιώσεις της Βουλγαρίας σε βάρος των συμμάχων της οδηγούν στον Β' Βαλκανικό πόλεμο και την συντριβή της από τα ελληνικά και σερβικά στρατεύματα. Mεταξύ Σεπτεμβρίου και Oκτωβρίου 1913 οι χριστιανοί και οι μουσουλμάνοι της πόλης ενωμένοι ιδρύουν για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας την βραχύβια Δημοκρατία της Γκιουμουλτζίνας, με πρωτεύουσα την Κομοτηνή. Τον Οκτώβρη του 1913 η Κομοτηνή περιέρχεται στα χέρια των βουλγαρικών στρατευμάτων έως τον Οκτώβρη του 1919.
Μετά το τέλος του Α' Παγκοσμίου πολέμου η περιοχή της Κομοτηνής ενσωματώνεται στην Ελλάδα στις 14 Μαϊου 1920. Ύστερα από τη Συνθήκη της Λωζάννης (1923) η Kομοτηνή αναγνωρίστηκε ως έδρα Δήμου και πρωτεύουσα του Nομού Pοδόπης. Aρχικά ο πληθυσμός αυξήθηκε με τη δημιουργία των προσφυγικών συνοικισμών, μειώθηκε όμως στα χρόνια του B' Παγκοσμίου πολέμου, της βουλγαρικής κατοχής (1940-1944) και της μεταπολεμικής μετανάστευσης.
Στα αξιοθέατά της περιλαμβάνονται ο Πύργος του Ρολογιού, το Φρούριο του 4ου αιώνα μ.Χ., η Αγορά, το Ιμαρέτ (κτίριο του πτωχοκομείου), ο δημοτικός κήπος και το δάσος της Νυμφαίας και ο Ναός Κοιμήσεως της Θεοτόκου(1800). Έχει αρχαιολογικό, βυζαντινό και λαογραφικό μουσείο με πολύ ενδιαφέρουσες συλλογές και το μοναδικό μουσείο καλαθοπλεκτικής στην Ευρώπη.
Βιβλιογραφία:
Αθανασιάδης Π. (2003). Ψηφίδες από τη Θράκη του χτες. Εκδόσεις Πάραλος, διαθέσιμο στη διαδικτυακή διεύθυνση: http://alex.eled.duth.gr/Eldoseis/athan/index.htm. (Ημερομηνία τελευταίας επίσκεψης: 21-10-2007).
Αρχαιολογικός Άτλας του Αιγαίου ? Από την Προϊστορία έως την Ύστερη Αρχαιότητα, (1998). Έκδοση Υπουργείου Αιγαίου-Πανεπιστημίου Αθηνών, σελ. 176.
Αρχαιολογικό Μουσείο Κομοτηνής, (2001). Το αρχαιολογικό έργο στη Θράκη 1998-2000, Περιλήψεις των ανακοινώσεων, Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, διαθέσιμο στη διαδικτυακή διεύθυνση:
http://alex.eled.duth.gr/Diadromes1/Research/index.htm. (Ημερομηνία τελευταίας επίσκεψης: 21-10-2007).
Αρχαιολογικός Χάρτης Ανατολικής Μακεδονίας & Θράκης, Έκδοση Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης, σελ. 4-5.
Ασλάνης Ι., (1988). Η νεολιθική εποχή και η πρώιμη εποχή του χαλκού στην αιγαιακή Θράκη. Η ιστορική, αρχαιολογική και λαογραφική έρευνα για την Θράκη. Ξάνθη- Κομοτηνή- Αλεξανδρούπολη, 5-9 Δεκεμβρίου 1985. Πρακτικά. Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου, σελ. 139-158.
Δεσύλλας Ν., (1996). Θράκη ? Χρώματα και αποχρώσεις. Εκδόσεις Σύνολο, σελ. 11.
Ελλάς-Ανατολική Μακεδονία-Θράκη, (1992). Γενική Γραμματεία Περιφέρειας Ανατ. Μακεδονίας ? Θράκης.
Ζήκος Ν., (1984). Βυζαντινό οδοιπορικό στη Θράκη, στο Αρχαιολογία 13, Αφιέρωμα: Θράκη, σελ. 74.
Ζήκος Ν., (1990). Βυζαντινά μολυβδόβουλλα του Μουσείου Κομοτηνής. Studies in Byzantine Sigillography, 2, Washington D.C., σελ. 171-184.
Θράκη, Το σταυροδρόμι των Ελλήνων, (2000). Εκδόσεις Αδάμ, σελ. 21, 26, 112, 129, 145.
Κούκος Μ. (1991). Στα βήματα του Ορφέα, Οδοιπορικό της Θράκης, διαθέσιμο στη διαδικτυακή διεύθυνση: http://alex.eled.duth.gr/Eldoseis/Koukos/orfeas/index.htm. (Ημερομηνία τελευταίας επίσκεψης: 21-10-2007).
Κυριακίδης Π. Σ. (1960). Περί την ιστορία της Θράκης, Αι πόλεις Ξάνθη και Κομοτηνή, Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου ΙΜΧΑ, διαθέσιμο στη διαδικτυακή διεύθυνση:
http://alex.eled.duth.gr/Eldoseis/IMXA/stilpon1/index.htm, (Ημερομηνία τελευταίας επίσκεψης: 21-10-2007).
Λιάπης Α. (1996). Η Κομοτηνή και η περιοχή της, Μορφωτικός Όμιλος Κομοτηνής.
Μουτσόπουλος Ν., (1987-1990). Ιστορική σκιαγραφία της Κομοτηνής, Θρακική Επετηρίδα 7, σελ. 171-199.
Νομός Ροδόπης, Έκδοση Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης.
Οδηγός περιήγησης Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης, (2000). Έκδοση Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης, σελ. 73-77.
Ρωσσίδης Α., (1982). Κομοτηνή, σύντομη ιστορία της πόλης. Θρακική Επετηρίδα 3, Μορφωτικός Όμιλος, σελ. 217-224.
Τσατσοπούλου Π., (2005). Εγνατία οδός, Ιστορία και διαδρομή στο χώρο της Θράκης, Έκδοση Υπουργείου Πολιτισμού, Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων, σελ. 31-32.
Rodopi, The land of the legends, (1998). Έκδοση Νομαρχίας Ροδόπης, σελ. 64-100.
|