Δείτε επίσης τις λέξεις:
|
1. Άνοιξε την πόρτα και μπήκε στο σπίτι.
Παράγωγα:
μπαινοβγαίνω
go into, enter |
|
2. Η αδελφή μου έδωσε πέρσι εξετάσεις και μπήκε στο πανεπιστήμιο.
get into
|
|
3. Η μπλούζα δε μου κάνει πια, γιατί μπήκε στο πλύσιμο.
shrink
|
|
4. Αύριο έχω γενέθλια. Θα κλείσω τα δέκα και θα μπω στα έντεκα.
enter
|
|
|
|