Τα Λεξικά του ΙΕΛ
        

 Ελληνο-    
αγγλικό     

 
Ελληνο-
αραβικό

 
Ελληνο-
γερμανικό 

 
Ελληνο-
ρωσικό  

 

Ελληνο-  
τουρκικό   

 



πολύ
πο-λύ επίρρημα



 

 Λέξη προς μετάφραση:

 

 Δείτε επίσης τις λέξεις:

 

 1. Η σοκολάτα μου αρέσει πολύ.
Αντώνυμα:  λίγο
Σχετικές λέξεις:  πολύς
a lot
 


 2. Είναι μπασκετμπολίστρια, γι' αυτό είναι πολύ ψηλή.
very
 


 3. Δε θα αργήσω πολύ. Δύο λεπτά μόνο.
very late
Αντώνυμα:  λίγο