Τα Λεξικά του ΙΕΛ
        

 Ελληνο-    
αγγλικό     

 
Ελληνο-
αραβικό

 
Ελληνο-
γερμανικό 

 
Ελληνο-
ρωσικό  

 

Ελληνο-  
τουρκικό   

 



τρίτος, -η, -ο
τρί-τος επίθετο



αρσενικό: ο τρίτος
θηλυκό: η τρίτη
ουδέτερο: το τρίτο
 

 Λέξη προς μετάφραση:

 

 Δείτε επίσης τις λέξεις:

 



 Πηγαίνω στην τρίτη τάξη του δημοτικού.
Σχετικές λέξεις:  τρία
third