Τα Λεξικά του ΙΕΛ
        

 Ελληνο-    
αγγλικό     

 
Ελληνο-
αραβικό

 
Ελληνο-
γερμανικό 

 
Ελληνο-
ρωσικό  

 

Ελληνο-  
τουρκικό   

 



επιτραπέζιος, -ια, -ιο
ε-πι-τρα-πέ-ζι-ος επίθετο



αρσενικό: ο επιτραπέζιος
θηλυκό: η επιτραπέζια
ουδέτερο: το επιτραπέζιο
 

 Λέξη προς μετάφραση:

 

 Δείτε επίσης τις λέξεις:

 



 Το βράδυ μαζευτήκαμε όλοι γύρω από το τραπέζι και παίξαμε επιτραπέζια παιχνίδια.
Σχετικές λέξεις:  τραπέζι
Gesellschafts-