Τα Λεξικά του ΙΕΛ
        

 Ελληνο-    
αγγλικό     

 
Ελληνο-
αραβικό

 
Ελληνο-
γερμανικό 

 
Ελληνο-
ρωσικό  

 

Ελληνο-  
τουρκικό   

 



αβγολέμονο, το
α-βγο-λέ-μο-νο ουσιαστικό, ουδέτερο



Γενική: του αβγολέμονου
 

 Λέξη προς μετάφραση:

 

 Δείτε επίσης τις λέξεις:

 



 Ρίχνουμε στις σούπες αβγολέμονο, για να γίνουν πιο νόστιμες.
Σχετικές λέξεις:  αβγό λεμόνι
Mischung aus Eischnee, Eigelb und Zitronensaft