Τα Λεξικά του ΙΕΛ
        

 Ελληνο-    
αγγλικό     

 
Ελληνο-
αραβικό

 
Ελληνο-
γερμανικό 

 
Ελληνο-
ρωσικό  

 

Ελληνο-  
τουρκικό   

 



Μάιος, ο
Μά-ι-ος κύριο όνομα, αρσενικό



Γενική: του Μαΐου
 

 Λέξη προς μετάφραση:

 

 Δείτε επίσης τις λέξεις:

 



 Το Μάιο, η εξοχή είναι γεμάτη από ανθισμένα δέντρα και λουλούδια.
Σχετικές λέξεις:  πρωτομαγιά μαγιάτικος
May