Τα Λεξικά του ΙΕΛ
        

 Ελληνο-    
αγγλικό     

 
Ελληνο-
αραβικό

 
Ελληνο-
γερμανικό 

 
Ελληνο-
ρωσικό  

 

Ελληνο-  
τουρκικό   

 



πρωτομαγιά, η
πρω-το-μα-γιά ουσιαστικό, θηλυκό



Γενική: της πρωτομαγιάς
 

 Λέξη προς μετάφραση:

 

 Δείτε επίσης τις λέξεις:

 



 Την πρωτομαγιά έβρεχε και δεν μπορέσαμε να πάμε στην εξοχή.
Σχετικές λέξεις:  πρώτος Μάιος
May Day