Τα Λεξικά του ΙΕΛ
        

 Ελληνο-    
αγγλικό     

 
Ελληνο-
αραβικό

 
Ελληνο-
γερμανικό 

 
Ελληνο-
ρωσικό  

 

Ελληνο-  
τουρκικό   

 



άσχημα
ά-σχη-μα επίρρημα



 

 Λέξη προς μετάφραση:

 

 Δείτε επίσης τις λέξεις:

 

 1. Της μίλησε άσχημα κι εκείνη έφυγε θυμωμένη.
Αντώνυμα:  ωραία καλά
Σχετικές λέξεις:  άσχημος
rudely
 


 2. Αν νιώθεις άσχημα, καλύτερα να πας να ξαπλώσεις.
feel unwell
Αντώνυμα:  καλά