Τα Λεξικά του ΙΕΛ
        

 Ελληνο-    
αγγλικό     

 
Ελληνο-
αραβικό

 
Ελληνο-
γερμανικό 

 
Ελληνο-
ρωσικό  

 

Ελληνο-  
τουρκικό   

 



αλουμινόχαρτο, το
α-λου-μι-νό-χαρ-το ουσιαστικό, ουδέτερο



Γενική: του αλουμινόχαρτου - των αλουμινόχαρτων
 

 Λέξη προς μετάφραση:

 

 Δείτε επίσης τις λέξεις:

 



 Τυλίγουμε τις πατάτες με αλουμινόχαρτο και τις βάζουμε στο φούρνο.
Σχετικές λέξεις:  χαρτί
Alufolie