Τα Λεξικά του ΙΕΛ
        

 Ελληνο-    
αγγλικό     

 
Ελληνο-
αραβικό

 
Ελληνο-
γερμανικό 

 
Ελληνο-
ρωσικό  

 

Ελληνο-  
τουρκικό   

 



διήγημα, το
δι-ή-γη-μα ουσιαστικό, ουδέτερο



Γενική: του διηγήματος - των διηγημάτων
 

 Λέξη προς μετάφραση:

 

 Δείτε επίσης τις λέξεις:

 



 Μου έκαναν δώρο ένα βιβλίο με χριστουγεννιάτικα διηγήματα.
Σχετικές λέξεις:  διήγηση διηγούμαι
short story
διήγημα