Τα Λεξικά του ΙΕΛ
        

 Ελληνο-    
αγγλικό     

 
Ελληνο-
αραβικό

 
Ελληνο-
γερμανικό 

 
Ελληνο-
ρωσικό  

 

Ελληνο-  
τουρκικό   

 



καλύτερος, -η, -ο
κα-λύ-τε-ρος επίθετο



αρσενικό: ο καλύτερος
θηλυκό: η καλύτερη
ουδέτερο: το καλύτερο
 

 Λέξη προς μετάφραση:

 

 Δείτε επίσης τις λέξεις:

 

 1. Την άνοιξη ο καιρός είναι καλύτερος.
Αντώνυμα:  χειρότερος
Σχετικές λέξεις:  καλός καλά καλώς καλοσύνη καλύτερα
better
 


 2. Το μυστικό μου το είπα μόνο στην καλύτερή μου φίλη.
best
Αντώνυμα:  χειρότερος