Τα Λεξικά του ΙΕΛ
        

 Ελληνο-    
αγγλικό     

 
Ελληνο-
αραβικό

 
Ελληνο-
γερμανικό 

 
Ελληνο-
ρωσικό  

 

Ελληνο-  
τουρκικό   

 



μήνας, ο
μή-νας ουσιαστικό, αρσενικό



Γενική: του μήνα - των μηνών
 

 Λέξη προς μετάφραση:

 

 Δείτε επίσης τις λέξεις:

 



 Ο χρόνος έχει δώδεκα μήνες και το εξάμηνο έχει έξι μήνες.
Σχετικές λέξεις:  ημερομηνία τρίμηνο εξάμηνο μηνιαίος
month