Τα Λεξικά του ΙΕΛ
        

 Ελληνο-    
αγγλικό     

 
Ελληνο-
αραβικό

 
Ελληνο-
γερμανικό 

 
Ελληνο-
ρωσικό  

 

Ελληνο-  
τουρκικό   

 



μικροπράγματα, τα
μι-κρο-πράγ-μα-τα ουσιαστικό, ουδέτερο



Γενική: των μικροπραγμάτων
 

 Λέξη προς μετάφραση:

 

 Δείτε επίσης τις λέξεις:

 



 Δεν πρέπει να στενοχωριέσαι με μικροπράγματα!
Σχετικές λέξεις:  μικρός πράγμα
trifles