Τα Λεξικά του ΙΕΛ
        

 Ελληνο-    
αγγλικό     

 
Ελληνο-
αραβικό

 
Ελληνο-
γερμανικό 

 
Ελληνο-
ρωσικό  

 

Ελληνο-  
τουρκικό   

 



τρίγωνο, το
τρί-γω-νο ουσιαστικό, ουδέτερο



Γενική: του τριγώνου - των τριγώνων
 

 Λέξη προς μετάφραση:

 

 Δείτε επίσης τις λέξεις:

 

 1. Το τρίγωνο που έχει δύο ίσες πλευρές λέγεται ισοσκελές.
Σχετικές λέξεις:  τρία γωνία τριγωνικός
triangle
τρίγωνο


 2. Έσπασε ο χάρακας κι έτσι τράβηξα τις γραμμές με το τρίγωνο.
triangle
τρίγωνο


 3. Πήγαμε να πούμε τα κάλαντα με τα τρίγωνά μας.
triangle