Τα Λεξικά του ΙΕΛ
        

 Ελληνο-    
αγγλικό     

 
Ελληνο-
αραβικό

 
Ελληνο-
γερμανικό 

 
Ελληνο-
ρωσικό  

 

Ελληνο-  
τουρκικό   

 



φαρδαίνω
φαρ-δαί-νω ρήμα



 

 Λέξη προς μετάφραση:

 

 Δείτε επίσης τις λέξεις:

 

 1. Για να φορέσεις αυτή τη στενή φούστα, πρέπει να τη φαρδύνεις λίγο.
Αντώνυμα:  στενεύω
Σχετικές λέξεις:  φαρδύς
let out
 


 2. Από τότε που φάρδυνε ο δρόμος, χωράνε πιο πολλά αυτοκίνητα.
be widened
Αντώνυμα:  στενεύω