Τα Λεξικά του ΙΕΛ
        

 Ελληνο-    
αγγλικό     

 
Ελληνο-
αραβικό

 
Ελληνο-
γερμανικό 

 
Ελληνο-
ρωσικό  

 

Ελληνο-  
τουρκικό   

 



χαρτοπόλεμος, ο
χαρ-το-πό-λε-μος ουσιαστικό, αρσενικό



Γενική: του χαρτοπόλεμου
 

 Λέξη προς μετάφραση:

 

 Δείτε επίσης τις λέξεις:

 



 Ο χαρτοπόλεμος αποτελείται από μικρά πολύχρωμα χαρτάκια.
Σχετικές λέξεις:  χαρτί πόλεμος
Konfetti
χαρτοπόλεμος