Τα Λεξικά του ΙΕΛ
        

 Ελληνο-    
αγγλικό     

 
Ελληνο-
αραβικό

 
Ελληνο-
γερμανικό 

 
Ελληνο-
ρωσικό  

 

Ελληνο-  
τουρκικό   

 



χρυσόμυγα, η
χρυ-σό-μυ-γα ουσιαστικό, θηλυκό



Γενική: της χρυσόμυγας
 

 Λέξη προς μετάφραση:

 

 Δείτε επίσης τις λέξεις:

 



 Οι χρυσόμυγες μοιάζουν με μεγάλες μύγες με χρυσαφένια φτερά.
Σχετικές λέξεις:  χρυσός μύγα
Goldkäfer
χρυσόμυγα