Τα Λεξικά του ΙΕΛ
        

 Ελληνο-    
αγγλικό     

 
Ελληνο-
αραβικό

 
Ελληνο-
γερμανικό 

 
Ελληνο-
ρωσικό  

 

Ελληνο-  
τουρκικό   

 



απλός, -ή, -ό
α-πλός επίθετο



αρσενικό: ο απλός
θηλυκό: η απλή
ουδέτερο: το απλό
 

 Λέξη προς μετάφραση:

 

 Δείτε επίσης τις λέξεις:

 

 1. Τα περσινά μαθήματα ήταν πιο απλά από τα φετινά.
Συνώνυμα:  εύκολος
Αντώνυμα:  δύσκολος πολύπλοκος
Σχετικές λέξεις:  απλά απλώς
simple
 


 2. Το βιβλίο αυτό είναι για τον απλό άνθρωπο.
common
 


 3. Μη νευριάζεις: ένα απλό αστείο έκανα.
just a joke