Τα Λεξικά του ΙΕΛ
        

 Ελληνο-    
αγγλικό     

 
Ελληνο-
αραβικό

 
Ελληνο-
γερμανικό 

 
Ελληνο-
ρωσικό  

 

Ελληνο-  
τουρκικό   

 



φως, το
φως ουσιαστικό, ουδέτερο



Γενική: του φωτός - των φώτων
 

 Λέξη προς μετάφραση:

 

 Δείτε επίσης τις λέξεις:

 

 1. Τα βράδια βλέπουμε στον ουρανό το φως του φεγγαριού.
Σχετικές λέξεις:  φωτίζω φωτεινός πολύφωτο φωτοσύνθεση ξέφωτο
light
 


 2. Το βράδυ τα αυτοκίνητα ανάβουν τα φώτα τους.
lights
 


 3. Οι ανασκαφές έφεραν στο φως έναν αρχαίο τάφο.
bring to light