Τα Λεξικά του ΙΕΛ
        

 Ελληνο-    
αγγλικό     

 
Ελληνο-
αραβικό

 
Ελληνο-
γερμανικό 

 
Ελληνο-
ρωσικό  

 

Ελληνο-  
τουρκικό   

 



κατοικία, η
κα-τοι-κί-α ουσιαστικό, θηλυκό



Γενική: της κατοικίας - των κατοικιών
 

 Λέξη προς μετάφραση:

 

 Δείτε επίσης τις λέξεις:

 



 Στο ισόγειο του κτιρίου είναι τα μαγαζιά και στους πάνω ορόφους είναι οι κατοικίες.
Συνώνυμα:  σπίτι
Σχετικές λέξεις:  κάτοικος κατοικώ κατοικίδιος πολυκατοικία
residence