Δείτε επίσης τις λέξεις:
|
1. Ανέβασα τα ψώνια στο δεύτερο πάτωμα με τα πόδια.
Αντώνυμα:
κατεβάζω
carry up |
|
2. Η φωτιά στην περιοχή ανέβασε τη θερμοκρασία.
raise the temperature
Συνώνυμα:
αυξάνω
Αντώνυμα:
κατεβάζω
μειώνω
|
|
3. Διαβάζω περισσότερο, για να ανεβάσω τους βαθμούς μου.
raise the mark
Αντώνυμα:
κατεβάζω
|
|
4. Μην ανεβάσεις άλλο τη μουσική, γιατί με ενοχλεί.
turn up
Αντώνυμα:
χαμηλώνω
|
|
|
|