Τα Λεξικά του ΙΕΛ
        

 Ελληνο-    
αγγλικό     

 
Ελληνο-
αραβικό

 
Ελληνο-
γερμανικό 

 
Ελληνο-
ρωσικό  

 

Ελληνο-  
τουρκικό   

 



φτιάχνω
φτιά-χνω ρήμα



Αόριστος: έφτιαξα
Μετοχή: φτιαγμένος
 

 Λέξη προς μετάφραση:

 

 Δείτε επίσης τις λέξεις:

 

 1. Φτιάξαμε ένα χιονάνθρωπο και του βάλαμε καπέλο και κασκόλ.
build
 


 2. Ο υδραυλικός έφτιαξε τη χαλασμένη βρύση.
repair
Συνώνυμα:  διορθώνω
 


 3. Ο καιρός έφτιαξε κι έτσι έχει πάλι ήλιο.
get better
Συνώνυμα:  βελτιώνομαι
Αντώνυμα:  χειροτερεύω χαλάω
 


 4. Δες: φτιάχνομαι.