Τα Λεξικά του ΙΕΛ
        

 Ελληνο-    
αγγλικό     

 
Ελληνο-
αραβικό

 
Ελληνο-
γερμανικό 

 
Ελληνο-
ρωσικό  

 

Ελληνο-  
τουρκικό   

 



φέγγω
φέγ-γω ρήμα



Αόριστος: έφεξα
 

 Λέξη προς μετάφραση:

 

 Δείτε επίσης τις λέξεις:

 

 1. Φέξε μου με το κερί, για να βλέπω πού πατάω.
Σχετικές λέξεις:  φεγγάρι
give somebody light
 


 2. Έμεινα στην καλύβα μέχρι να φέξει. Το πρωί γύρισα στο σπίτι μου.
dawn
Συνώνυμα:  χαράζω ξημερώνω
Αντώνυμα:  νυχτώνω σκοτεινιάζω