Τα Λεξικά του ΙΕΛ
        

 Ελληνο-    
αγγλικό     

 
Ελληνο-
αραβικό

 
Ελληνο-
γερμανικό 

 
Ελληνο-
ρωσικό  

 

Ελληνο-  
τουρκικό   

 



βγαίνω
βγαί-νω ρήμα



Αόριστος: βγήκα
Μετοχή: βγαλμένος
 

 Λέξη προς μετάφραση:

 

 Δείτε επίσης τις λέξεις:

 

 1. Άνοιξα την πόρτα και βγήκα από το δωμάτιο.
Παράγωγα:  μπαινοβγαίνω
walk out
 


 2. Ξημέρωσε, βγαίνει ο ήλιος!
rise
Συνώνυμα:  ανατέλλω
Αντώνυμα:  πέφτω δύω γέρνω βασιλεύω
 


 3. Σε λίγους μήνες θα βγει το καινούργιο του βιβλίο.
come out
Συνώνυμα:  εκδίδομαι κυκλοφορώ
 


 4. Το πόμολο είναι βγαλμένο, γι' αυτό η πόρτα δεν ανοίγει.
come off