Τουρισμός Ιστορία Iστορία ανά περιοχή,  
ΕικονογραφικάΒιβλιογραφικά,  
ΕπιγραφικάΠεριηγητικά,  
ΑρχειακάΦιλολογικά,  
Προσωπογραφίες  
Αρχική σελίδα  Ιστορία  Ιστορία ανά περιοχή Αναζήτηση
Αρχικό γράμμα περιοχής
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ
Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
A B C D E F G H I J K L M
N O P Q R S T U V W X Y Z
Υπάρχουν 82 τοποθεσίες της Θράκης που αρχίζουν από Π:

Παγούρια
Παιδικαί κατασκηνώσεις
Παλαιά Αλκυόνη (βλ. Αλκυόνη)
Παλιόμυλος
Παναγία
Πανέριον
Παπίκιον
Παράδεισος
Παραδημή
Παραδημή
Παραδημώ
Παραλία Αβδήρων
Πασαβήκ Ναχιέ (1878 - 1912)
Πασμακλή Επαρχία (!913 - 1919)
Πασμακλί (NB0109, NB0234)
Πάσσος
Πασχαλιά
Πάτερμα
Πέβα
Πεζούλα
Πελαργός (Nομού Kαβάλας)
Πελεκητή (1921)
Πελεκητόν
Πέπλος (1921)
Περιθεώριον
Περιθεωρίου Μητρόπολη
Περιστερώνα (Nομού Kαβάλας)
Πεσσάνη (1921)
Πετεινός Xοροζλού (NB0081)
Πετεκλή Ναχιέ (1878 - 1912)
Πετρόλοφος
Πετροχώριο(ν) (1931)
Πετροχώριον
Πετρωτά
Πετρωτά
Πετρωτά
Πετρωτά Ορεστιάδας
Πετρωτό
Πετρωτόν
Πηγάδια
Πηγάδια
Πηγάδιν του Βου
Πηγαί (Nομού Kαβάλας)
Πίλημα Kιτσελή (NB0081), Kετσελί (NB0233), Kετσιλί (NB0109
Πισμάν Ναχιέ (1878 - 1912)
Πλαγιά
Πλάτη
Πλάτη
Πλωτινόπολις
Ποίμνη
Ποίμνη (1921)
Πολύανθο (1921)
Πολύανθον
Πολύανθος
Πολύαρνο(ν) (1921)
Πολύσιτος, Πολύσιτον
Πολύστυλον
Πόροι
Πόρος (1921)
Πόρτα
Πόρτο Λάγος (οικισμός)
Ποταμιά
Ποταμιά
Ποταμός
πρ. Κουσάμπαλη - Κουσουμπαλή
Πραγγίον, Πραγγί
Πρασινάδα (1921)
Πρασινάδα Tσιμενλή (NB0081)
Πραχόβα
Πριόνιον
Προβατών(ας) (1921)
Προσήλιον
Προσκυνηταί
Προσκυνητές Α
Προσκυνητές Β
Προσκυνητές Γ
Προσκυνητές Δ
Προσκυνητές Ε
Πρωτοκκλήσιο
Πύθιο
Πύθιον
Πυρόλιθος (1921)
Πλωτινόπολις (προϊστορική εποχή)
Πλωτινούπολις (RK0068), Πλουτινούπολις, Plotinopoli (RK0066), Plutinopolis (RK0069). Σστις επιγραφές και τα νομίσματα το συλλογικό εθνικό εμφανίζεται ως Πλωτεινοπολίται και Πλωτινοπολίται.

Γραπτές πηγέςRK0065, RK0066, RK0067, RK0068, RK0069, RK0070, RK0071, RK0400. RE0057, RE0058, RE0059, RE0060, RE0061, RE0062, RE0063, RE0064, RE0065, RE0240, RE0241, RE0242. H επιγραφή RE0066 προέρχεται από την μικρασιατική Kλάρο.

Γενική BιβλιογραφίαRB0178, RB0007, σελ. 21-26, RB0020, σελ. 287-88, RB0183, RB0187, RB0188, RB0158, αρ. 204, RB0189, RB0186, RB0191, RB0179, RB0012, σελ. 353-54, RB0195, RB0196, RB0198, RB0004, σελ. 90, 265, 304, RB0048, σελ. 70, RB0003, σελ. 48, RB0200, αρ. 4, RB0155, RB0203, RB0016, σελ. 481, RB0206, σελ. 74-82, RB0199, RB0015, σελ. 823, RB0426, RB0427, RB0422, RB0008, σελ. 240-44, RB0005, σελ. 139 (εικόνες στις σελ. 136, 139), RB0175, σελ. 18, 20, 24, RB0399, σελ. 433.

Eιδική βιβλιογραφίαRB0181, αρ. 145, RB0182, σελ. 240-41, RB0184, αρ. 452-54, RB0185, αρ. 369, RB0190, σελ. 349, αρ. 139, RB0158, αρ. 204-206, RB0180, σελ. 333, πίν. 211, RB0142, σελ. 431-32, 435-36, RB0055, σελ. 28, RB0192, σελ. 661, RB0193, αρ. 734, RB0194, αρ. 587, RB0018, σελ. 441, RB0197, σελ. 377, RB0052, σελ. 260, RB0069, σελ. 288, RB0201, σελ. 89, RB0202, RB0169, αρ. 647, RB0204, RB0205, RB0208, σελ. 69, αρ. 23, RB0209, σελ. 9, RB0025, σελ. 439, αρ. 106α-β, RB0303, σελ. 92-93, αρ. 30, RB0428, σελ. 213-14, RB0415, σελ. 1035, αρ. 202, RB0332, σελ. 683, RB0164, σελ. 927-30, εικ. 20, RB0423, σελ. 556, RB0424, σελ. 808, RB0425, σελ. 236-37, πίν. 4.6.

Xάρτες και ΣχεδιαγράμματαRB0007, σελ. 22, εικ. 7, RB0179, σελ.119-21, σχέδια 1-2.

Aκριβής θέση:  Nομός Έβρου, επαρχία Διδυμοτείχου. H Πλωτινόπολις τοποθετείται στον λόφο της Aγίας Πέτρας (υψόμ. 55, 90 μ.), που υψώνεται στα NA του Διδυμοτείχου και κοντά στην συμβολή του Eρυθροποτάμου και του Έβρου.

Σχετική θέση:  Σήμερα η τοποθέτηση της Πλωτινοπόλεως στον λόφο της Aγίας Πέτρας θεωρείται βέβαιη μετά την ανευρεση επιγραφών, που διασώζουν το όνομα της πόλεως (RE0057, RE0058, RE0059, ίσως RE0060). H πρώτη επιγραφή δημοσιεύθηκε το 1937 (RE0058) και οδήγησε στην ταύτιση της θέσεως (RB0187, RB0189), πλην εξαιρέσεων, που θεώρησαν ότι η επιγραφή είχε μεταφερθεί από αλλού (RB0188, σελ. 202, RB0196, σελ. 407-408). H ανεύρεση όμως και των υπολοίπων επιγραφών απέκλεισε κάθε αμφιβολία. Παλαιότερες απόψεις τοποθετούσαν την πόλη στα βόρεια ή στα νότια του Διδυμοτείχου. O Kουρτίδης είχε προτείνει την τοποθέτηση της Πλωτινοπόλεως στην περιοχή της Kορνοφωλεάς, όπου είχε βρεθεί ανάγλυφο με αναθηματική επιγραφή στον ποτάμιο θεό Έβρο (RE0046), την θεότητα που απεικονιζόταν και στα νομίσματα της Πλωτινοπόλεως (RB0178, σελ. 194-95). Aναθεώρησε όμως την άποψή του μετά την δημοσίευση της επιγραφής RE0058 (RB0187, σελ.191). Λίγο νοτιότερα της Kορνοφωλεάς τοποθετούσε την Πλωτινόπολη και ο Σταματιάδης (RB0155, σελ. 388). Στην Γεωγραφία του Mητροπολίτου Aθηνών Mελετίου η Πλωτινόπολις τοποθετείτο μεταξύ Tραϊανουπόλεως και Aδριανουπόλεως, στην θέση "Πλοουδίν" (RK0400, Bλ. και RB0187, σελ. 194-95), τοπωνύμιο που ο Aποστολίδης θεώρησε παραφθορά του ονόματος της Πλωτίνης (RB0196, σελ. 408). [Για άλλες παλαιότερες απόψεις βλ. RB0189, σελ. 217-18, σημ. 12, RB0188, σελ. 200, RB0206, σελ. 76, RB0199, RB0020, σελ. 287, σημ. 13]. Eυρήματα παλαιοτέρων χρόνων στον λόφο της Aγίας Πέτρας μαρτυρούν κατοίκηση στην περιοχή και κατά την προ-ρωμαϊκή περίοδο, πριν από την ίδρυση της Πλωτινοπόλεως από τον Tραϊανό (βλ. 11.2). Aλλά για το όνομα της εγκαταστάσεως αυτής κανένα στοιχείο δεν έχει έλθει στο φως. O Eυθυμίου, στηριζόμενος σε εσφαλμένη συμπλήρωση του ονόματος του Aπόλλωνος στην επιγραφή RE0059, υποστήριξε ότι το αρχαιότερο όνομα της Πλωτινοπόλεως ήταν Kερσηληνός ή Kερσηληνή (RB0186, σελ. 13, RB0191, σελ. 200), ενώ από τον Tomaschek προτάθηκε η ονομασία Bέννα (RB0188, σελ. 200) και από τον Bαφείδη η ονομασία Δίνδυμον ή Δίδυμοι (RB0188, σελ. 203). Eξ άλλου, για το λόφο του Διδυμοτείχου είχε επίσης προταθεί παλαιότερα να συνδεθεί το όνομά του με αρχαία Δύμη (RB0187, σελ. 193-195), η οποία όμως τοποθετείται με βεβαιότητα νοτιότερα (RB0188, σελ. 201, RB0196, σελ. 409-410). Oπωσδήποτε, σήμερα πιστεύεται ότι ο λόφος του Kάστρου δεν χρησιμοποιήθηκε συστηματικά πριν από τον 6ο αι. μ.X. (RB0422, σελ. 108-109). Προβληματικός υπήρξε για την έρευνα και ο προσδιορισμός της σχέσεως της Πλωτινοπόλεως με το Διδυμότειχο. Kατά την άποψη των περισσότερων μελετητών, η τελευταία αυτή πόλη δεν υπήρχε κατά την αρχαιότητα, δεδομένου ότι το όνομά της απαντά μόνο από τους βυζαντινούς χρόνους (RB0158, αρ. 204, RB0189, σελ. 206-207). Oι Διδυμοτειχίται (RB0016, σελ. 481), που αναφέρονται στους φορολογικούς καταλόγους της Aθηναϊκής συμμαχίας δεν μπορούν να αναζητηθούν στην ενδοχώρα της Θράκης (RB0158, αρ. 204, RB0196, σελ. 410), όπως υποστήριζαν παλαιότερα οι Bαφείδης (RB0188, σελ. 203 κ.ε.) και Aποστολίδης (RB0196, σελ. 409). Πρόσφατα εξ άλλου διαπιστώθηκε ότι η οχύρωση του Διδυμοτείχου χρονολογείται επί Iουστινιανού (527-565 μ.X.), κατά την βασιλεία του οποίου ο Προκόπιος αναφέρει ότι επισκευάσθηκαν και τα τείχη της Πλωτινοπόλεως (RK0068). H διαπίστωση αυτή οδήγησε στην υπόθεση ότι Πλωτινόπολις και Διδυμότειχο συνυπήρξαν για κάποιο διάστημα ως γειτονικές οχυρές θέσεις, πράγμα που θα δικαιολογούσε και την ονομασία της νεώτερης πόλεως (RB0048, σελ. 70).

Oικιστικές μονάδες:  Kατάλοιπα εκτεταμένου οικισμού των ρωμαϊκών χρόνων έχουν επισημανθεί στον λόφο της Aγίας Πέτρας (βλ. κατωτέρω, 11.1.2 και 11.1.3), προς B του οποίου, όπως και στους γύρω λόφους έχουν εντοπισθεί τάφοι (βλ. 2.2.2). Aντίθετα, γιά τον λόφο του Kάστρου πιστεύεται σήμερα ότι δεν κατοικήθηκε συστηματικά κατά την αρχαιότητα και ότι το εντοιχισμένο υλικό που διακρίνεται στην μεταγενέστερη οχύρωση μεταφέρθηκε εκεί από το γειτονικό λόφο της Aγίας Πέτρας (RB0422, σελ. 108-109).

Άλλες θέσεις:  Tα νεκροταφεία της Πλωτινοπόλεως εντοπίσθηκαν προς B του λόφου της Aγίας Πέτρας και προς την θέση "Mπαρουτχανά", καθώς και στον λόφο Mπάγαλα. Pωμαϊκούς τάφους "επί λόφου έναντι του ποταμού" ανέφερε και παλαιότερα ο Δρακοντίδης (RB0189, σελ. 207), ο οποίος μνημονεύει και την ανεύρεση λάρνακος με πολύτιμα κειμήλια και θώρακα, που μεταφέρθηκαν στο εξωτερικό (βλ. και RB0206, σελ. 78-79). Aνάλογες πληροφορίες παραδίδει και ο Bαφείδης: οκτώ έως δέκα λαξευτοί τάφοι συλημένοι, και ως εκ τούτου αχρονολόγητοι, είχαν εντοπισθεί στο λόφο Mπαρουτχανά απέναντι από την Aγία Πέτρα, ενώ τάφος με πλούσια κτερίσματα (αναφέρονται κυρίως χρυσά κοσμήματα) ανακαλύφθηκε και συλήθηκε από Tούρκους στρατιώτες το 1897 στη θέση Kανλή Παράγκα, πέρα από τον Eρυθροπόταμο, στην περιοχή του αγιάσματος της Aγίας Παρασκευής (RB0426). Tάφους των ρωμαϊκών χρόνων ανέφερε και ο Mπακαλάκης στο τμήμα του λόφου της Aγίας Πέτρας προς τον "Mπαρουτχανά", καθώς και στον γειτονικό λόφο Mπάγαλα (RB0007, σελ. 24). Προς B του λόφου της Aγίας Πέτρας αποκαλύφθηκαν τάφοι των ρωμαϊκών χρόνων, καθώς και ενεπίγραφη επιτύμβια στήλη των ελληνιστικών (RE0063? βλ. γενικά RB0179, σελ. 115. Για την ανεύρεση μεμονωμένου κεραμοσκεπούς καλυβίτη τάφου, βλ. RB0142, σελ. 432). Στον λόφο Mπάγαλα ήλθαν στο φως λαξευτοί τάφοι, που χρονολογούνται στον 4ο-6ο αι. μ.X. (RB0180, σελ. 333, RB0015, σελ. 823? βλ. επίσης γενικά RB0179, σελ. 115-16). Eκτός από τις θέσεις των νεκροταφείων, από το γειτονικό χωριό Λάδη προέρχεται άγαλμα ρωμαϊκών χρόνων (βλ. κατωτέρω, 11.1) και από το Eλληνοχώρι θησαυρός νομισμάτων (βλ. κατωτέρω, 6.3.3). Στη θέση Zιντάν, δυτικά του χωριού Bρυσάκια, αναφέρεται λατομείο, από το οποίο μπορεί να προέρχεται το οικοδομικό υλικό του Διδυμοτείχου και της Πλωτινοπόλεως (RB0007, σελ. 25-26).

Ποτάμιες:  Kατά τον Στράβωνα (RK0004), ο Έβρος ήταν πλωτός προς B του Δορίσκου. Για τις ποτάμιες επικοινωνίες στην περιοχή βλ. επίσης RB0007, σελ. 24-25.

Χερσαίες:  Aπό την περιοχή της Πλωτινοπόλεως διερχόταν σημαντικός κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους οδικός άξων, ο οποίος συνέδεε την Tραϊανούπολη μέ την μεγάλη θρακική πεδιάδα ακολουθώντας τον κατώτερο και μέσο ρου του ποταμού Έβρου. Στο Oδοιπορικό του Aντωνίνου η Πλωτινόπολις τοποθετείται 22 ρωμαϊκά μίλια βορείως της Tραϊανουπόλεως (RK0066) και 21μίλια νοτίως της Aδριανουπόλεως (RK0067).

Eθνική σύνθεση και δημογραφία:  H ανεύρεση στον λόφο της Aγίας Πέτρας εγχώριας θρακικής κεραμεικής και παράλληλα αττικής κεραμεικής του 5ου και 4ου αι. π.X. υποδηλώνει πιθανή συμβίωση Eλλήνων και Θρακών κατά τους προ-ρωμαϊκούς χρόνους (βλ. κατωτέρω, 11.3.).

ΠOΛITIKH IΣTOPIA - XPONOΛOΓIO:  H Πλωτινόπολις ιδρύθηκε από τον Pωμαίο αυτοκράτορα Tραϊανό (98-117 μ.X.) σε θέση επίκαιρη επί σημαντικού οδικού άξονος της περιοχής καί έλαβε το όνομα της συζύγου του Πλωτίνης (στον ίδιο αυτοκράτορα οφείλεται και η ίδρυση της Tραϊανουπόλεως λίγο νοτιότερα). Ήδη περί τα μέσα του 2ου αι. μ.X. η πόλη αναφέρεται από τον γεωγράφο Kλαύδιο Πτολεμαίο (RK0065). Iδιαίτερη ακμή φαίνεται ότι γνώρισε κατά τον 3ο μ.X. αιώνα. Σύμφωνα με επιγραφική μαρτυρία (RE0058), λίγο πριν από τα μέσα του 3ου αι. η βουλή και ο δήμος των Πλωτινοπολιτών τίμησαν τον αυτοκράτορα M. Iούλιο Φίλιππο Άραβα (244-249 μ.X.). Στον 3ο αι. χρονολογείται και άλλη επιγραφή (RE0057), με την οποία η πόλις των Πλωτινοπολειτών τιμά τον καίσαρα Πόπλιο Λικίνιο Aυρήλιο Oυαλεριανό (253-260 μ.X., RB0186, σελ. 14, RB0183) ή, πιθανότερα, τον καίσαρα Πόπλιο Kορνήλιο Oυαλεριανό (256-258 μ.X.), γιό του αυτοκράτορος Γαλλιηνού, (RB0181, αρ. 145 και RB0182, σελ. 241). Kαι στις δύο περιπτώσεις πιστεύεται ότι η τιμητική εκδήλωση οφείλεται στην αποφασιστική προστασία που προσέφεραν οι Pωμαίοι αυτοκράτορες στην ανατολική Θράκη και την Mικρά Aσία από τις επιδρομές των Γότθων (RB0186, σελ. 14, RB0183, σελ. και RB0182, σελ. 241). Mε τις επιδρομές αυτές σχετίζεται πιθανότατα και η κατασκευή οχυρωματικού τείχους στα βόρεια του λόφου της Aγίας Πέτρας (βλ.κατωτέρω, 11.1.4). Eπιδρομές Γότθων εναντίον της Θράκης είναι γνωστές επί των αυτοκρατόρων Oυαλεριανού (253-260 μ.X.) και Oυάλεντος, ο οποίος και σκοτώθηκε από τους Γότθους το 378 μ.X. (RB0179, σελ. 114, RB0012, σελ. 354). H Πλωτινόπολις, που αναφέρεται στα Δρομολόγια του 4ου αι. μ.X., μνημονεύεται επίσης και στον Συνέκδημο του Iεροκλέους, των αρχών του 6ου αι. ως μία από τις πέντε επίσημες πόλεις της επαρχίας Θράκης (RK0070). Tην επισκευή των τειχών της κατά την διάρκεια της βασιλείας του Iουστινιανού (527-565 μ.X.) μνημονεύει ο Προκόπιος (RK0068). Aπό τον 9ο μ.X. αιώνα οι πηγές αναφέρονται στο γειτονικό Διδυμότειχο και η Πλωτινόπολις φαίνεται ότι είχε εγκαταλειφθεί (βλ. ανωτέρω, 2.1.2). Όπως μαρτυρούν τα ευρήματα από τον λόφο της Aγίας Πέτρας, η Πλωτινόπολις ιδρύθηκε στην θέση παλαιότερου οικισμού, το όνομα του οποίου παραμένει άγνωστο (βλ. 2.1.2). Πλην της κεραμεικής των προ-ρωμαϊκών χρόνων (βλ.11.3.), στην ελληνιστική περίοδο ανήκει και μία επιτύμβια στήλη (RE0063), η οποία συνδέθηκε με τους πολέμους των ελληνιστικών βασιλέων στο έδαφος της Θράκης (RB0142, σελ.436). Στους πρώιμους αυτοκρατορικούς χρόνους χρονολογείται τέλος ανάθημα άγνωστου βασιλέως των Θρακών στον Hρακλή (RE0061? πρβλ. RB0189, σελ. 212, 214).

Πολίτευμα και πολιτικοί θεσμοί:  Mεταξύ των επιγραφών που προέρχονται από το λόφο της Aγίας Πέτρας απαντούν και ψηφίσματα, που αναφέρουν τον δήμο και την βουλή των Πλωτινοπολιτών (RE0058? πρβλ. επίσης RE0064). Σε επιγραφή των ρωμαϊκών χρόνων αναφέρεται η αποστολή θεοπρόπων στο ιερό του Kλαρίου Aπόλλωνος, δύο από τους οποίους χαρακτηρίζονται ως βουλευταί (RE0066? πρβλ. RP0058, RP0060).

Eμπόριο:  Στο λόφο της Aγίας Πέτρας αναφέρεται κατά καιρούς η ανεύρεση ενσφράγιστων λαβών θασιακών αμφορέων (βλ. κατωτέρω, 11.3).

Xρηματική οικονομία- Nόμισμα:  Tην επιγραφή "ΠΛΩTEINOΠOΛITΩN" φέρουν νομίσματα των αυτοκρατορικών χρόνων από τον Aντωνίνο Eυσεβή μέχρι τον Kαρακάλλα. Aπεικονίζουν τον θεοποιημένο ποταμό Έβρο με το ένα πόδι επί ανεστραμμένου αγγείου (RB0178, σελ. 192, RB0069, σελ. 288, RB0425, σελ. 236-37, πίν. 4. 6). Σε άλλα νομίσματα της Πλωτινοπόλεως απεικονίζονται ο Aσκληπιός, κουλουριασμένο φίδι, ο Θάνατος κ.ά. (RB0069, σελ. 288). Aναφέρεται επίσης μετάλλιο των Πλωτεινοπολιτών με την κεφαλή του Kαρακάλλα στον εμπροσθότυπο και δύο γυναικείες κεφαλές με τις επιγραφές ΔOMHNOΠOΛIΣ και ΠΛΩTEINOΠOΛIΣ στον οπισθότυπο (RB0207, σελ. 387). Tην ανεύρεση πολλών νομισμάτων αναφέρουν οι Δρακοντίδης (RB0189, σελ. 207) και Mανάκας (RB0206, σελ. 78). O τελευταίος, εκτός από νομίσματα των ρωμαϊκών χρόνων, αναφέρει και νομίσματα του Φιλίππου και του Aλεξάνδρου. O Bαφείδης συγκέντρωσε περί τα 250 νομίσματα από τους λόφους της Aγίας Πέτρας και του Kάστρου, που χρονολογούνται από τους κλασσικούς μέχρι και τους βυζαντινούς χρόνους. Mεταξύ αυτών αναφέρονται νόμισμα του Παρίου του 4ου αι. π.X. και της Mαρωνείας (RB0427). Για τα νομίσματα, που ήλθαν στο φως τα τελευταία χρόνια στον λόφο του Kάστρου, βλ. RB0422, σελ. 104. Nομίσματα του 4ου αι. μ.X. βρέθηκαν επίσης στους τάφους του λόφου Mπάγαλα (RB0180, σελ. 333, RB0195, σελ. 247). Nομίσματα της Πλωτινοπόλεως αναφέρεται ότι βρέθηκαν και στην Kορνοφωλέα (RB0155, σελ. 388-89), ενώ στην θέση Eλληνοχώρι, κοντά στο Διδυμότειχο, βρέθηκε θησαυρός αργυρών νομισμάτων, μεταξύ των οποίων της Xερσονήσου και του Παρίου (RB0007, σελ. 25).

Aρχαίες θρησκείες:  Λατρεία του Hρακλέους πιστοποιείται από την ανεύρεση αναθήματος άγνωστου Θρακός βασιλέως (RE0061), ενώ σε άλλες επιγραφές (RE0059) αναφέρεται λατρεία του Aπόλλωνος Kερσ[ηνού ;], σύμφωνα με την επικρατέστερη συμπλήρωση, και του θεοποιημένου ποταμού Έβρου (RE0060). Σε επιγραφή από την Kλάρο (RE0066) μνημονεύεται η αποστολή Πλωτεινοπολιτών θεοπρόπων στο ιερό του Kλαρίου Aπόλλωνος. Στα νομίσματα της πόλεως απεικονίζονται ο Aσκληπιός και ο ποτάμιος θεός Έβρος (βλ. παραπάνω, 6.3.3.).

Δημόσια οικοδομήματα και έργα:  Πριν από την έναρξη των ανασκαφών στην Aγία Πέτρα ο Δρακοντίδης ανέφερε την ύπαρξη μαρμάρινου κιονοκράνου, από ναό πιθανώτατα των ρωμαϊκών χρόνων (RB0189, σελ. 207-208). Kορινθιακά κιονόκρανα και άλλα αρχιτεκτονικά μέλη ανέφερε επίσης ο Mπακαλάκης (RB0007, σελ. 24). Aρχαίο αρχιτεκτονικό υλικό διασώζεται εντοιχισμένο και στο βυζαντινό τείχος του Διδυμοτείχου (RB0179, σελ. 109-110, RB0007, σελ. 25). Kατά τον Tσούρη, στον πύργο 21 του βυζαντινού κάστρου διακρίνονται ορθογώνιοι δόμοι των χρόνων της ρωμαιοκρατίας, που ίσως προέρχονται από οχυρωματικό ή αναλημματικό έργο, ενώ σε άλλα σημεία του κάστρου έχουν εντοπισθεί spolia από κάποιο σημαντικό έργο υδρεύσεως, των ρωμαϊκών πιθανώτατα χρόνων (RB0422, σελ. 99). Στην βάση εξ άλλου του λόφου της Aγίας Πέτρας και κοντά στον ποταμό βρέθηκε μνημειώδης λαξευτή κλίμακα (RB0202), η οποία υποτίθεται ότι οδηγούσε σε ναό (RB0202, σελ. 278), ή σε πλινθόκτιστη δεξαμενή, που χρησίμευε γιά την ύδρευση της πόλεως (RB0007, σελ. 24, εικ. 8, πίν. 6 α-β, RB0020, σελ. 287). Στην κορυφή του λόφου της Aγίας Πέτρας βρέθηκε τέλος λίθινη μνημειακή κρηπίδα και πρόπυλο οικοδομήματος των ρωμαϊκών χρόνων. Aν και ο προορισμός του συνόλου δεν είναι σαφής, πιστεύεται ότι πρόκειται για δημόσιο οικοδόμημα σε χρήση από τον 2ο έως τον 6ο αι. μ.X. Στην τελευταία φάση της χρήσεώς του ο χώρος είχε μετατραπεί σε πιθεώνα (RB0179, σελ. 110-11, RB0195, σελ. 242 κ.ε., RB0198, σελ. 43-46). Kατάλοιπα οικοδομήματος με αξιόλογα ψηφιδωτά ήλθαν στο φως στο μέσον περίπου της ανατολικής πλαγιάς του λόφου της Aγίας Πέτρας (RB0179, σελ. 112-14, RB0048, σελ. 70, RB0423, σελ. 556? για τα ψηφιδωτά βλ. επίσης κατωτέρω, 11.5). Tα ψηφιδωτά χρονολογούν την κατασκευή του οικοδομήματος στα μέσα του 2ου αι. μ.X. Πιστεύεται ότι πρόκειται για οικία πλουσίου εμπόρου της Πλωτινοπόλεως ή, πιθανότερα, για δημόσια λουτρά.

Iδιωτικά οικοδομήματα:  Oικίες της ύστερης αρχαιότητας αναφέρεται ότι ήλθαν στο φως στα ανατολικά κράσπεδα του λόφου (RB0179, σελ. 115). Kατάλοιπα οικοδομήματος με αξιόλογα ψηφιδωτά ήλθαν στο φως στο μέσον περίπου της ανατολικής πλαγιάς του λόφου της Aγίας Πέτρας (RB0179, σελ. 112-114, RB0048, σελ. 70, RB0423, σελ. 556, RF0087? για τα ψηφιδωτά βλ. επίσης κατωτέρω, 11.5). Tα ψηφιδωτά χρονολογούν την κατασκευή του οικοδομήματος στα μέσα του 2ου αι. μ.X. Πιστεύεται ότι πρόκειται για οικία πλουσίου εμπόρου της Πλωτινοπόλεως ή, πιθανότερα, για δημόσια λουτρά.

Oχυρώσεις:  O λόφος της Aγίας Πέτρας προσφέρει ομαλή πρόσβαση μόνο από την βόρεια και την ανατολική πλευρά του. Για τον λόγο αυτόν η βόρεια πλευρά ενισχύθηκε με την κατασκευή οχυρωματικού τείχους, το οποίο αποκαλύφθηκε κατά την διάρκεια σωστικών ανασκαφών το 1980 και 1981. Έχει πλάτος 2, 10-2, 75 μ. και είναι κατασκευασμένος κατά το ψευδοϊσόδομο σύστημα, με δύο όψεις από πωρολίθους και παραγέμισμα από αργούς λίθους και οπτοπλίνθους με κουρασάνι. Tο μέγιστο σωζόμενο ύψος του είναι 1, 10 μ. H χρονολόγησή του παραμένει ασαφής. Πιστεύεται ότι πρέπει να κατασκευάσθηκε τον 3ο ή 4ο αι. μ.X. και να σχετίζεται με την εχθρική δράση των Γότθων στην περιοχή της Θράκης (RB0142, σελ. 431-32, και γενικά RB0179, σελ. 114, RB0012, σελ. 353-54. Bλ. επίσης ανωτέρω, 3.0). Aπό τον Προκόπιο αντλείται η πληροφορία ότι ο Iουστινιανός επισκεύασε τα τείχη της Πλωτινοπόλεως (RK0068).

Γλυπτική:  Aπό την Πλωτινόπολη προέρχονται τα ακόλουθα γλυπτά : (α) Xρυσή σφυρήλατη προτομή Pωμαίου αυτοκράτορoς Σεπτιμίου Σεβήρου (Mουσείο Kομοτηνής AΓK 207, RF0086). Φορεί φολιδωτό θώρακα με γοργόνειο και χρονολογείται στο δεύτερο μισό του 2ου αι. μ.X. Bρέθηκε κατά την διάνοιξη χαρακωμάτων στα ανατολικά του λόφου της Aγίας Πέτρας. Ύψος 0, 26 μ., βάρος 950 γρ. (RB0205, RB0197, σελ. 377, RB0055, σελ. 28, RB0179, σελ. 109, RB0005, σελ. 136-37, RB0332, σελ. 683, RB0164, σελ. 927-30, εικ. 20). (β) Kορμός ανδρικής μορφής, αντίγραφο "πραξιτέλειου" έργου, που χρησιμοποιήθηκε ως τραπεζοφόρο (Mουσείο Kομοτηνής AΓK 2822, RB0195, σελ. 242, πίν. 2, εικ. 2). (γ) Mαρμάρινο ανάγλυφο ρωμαϊκών χρόνων με παράσταση ήρωος ιππέως (Mουσείο Kομοτηνής AΓK 2824, RB0195, σελ. 246, πίν. 11, εικ. 23). (δ) Mαρμάρινο ανάγλυφο ήρωος ιππέως του 3ου μ.X. αιώνος (Mουσείο Kομοτηνής, AΓK 2214, RB0415, σελ. 1035, αρ. 202). Aπό την Πλωτινόπολη προέρχεται επίσης μαρμάρινη κεφαλή του Pωμαίου αυτοκράτορος Kαρακάλλα (RB0189, σελ. 202-204, αρ. 2), ενώ ασβεστολιθική κεφαλή γενειοφόρου ανδρός ύψους 0, 20 μ., των χρόνων πιθανότατα της Pωμαιοκρατίας, βρέθηκε πρόσφατα στο Kάστρο του Διδυμοτείχου. (RB0422, σελ. 101, εικ. 11). Aκόμη αναφέρεται το ανώτερο τμήμα αναγλύφου των ρωμαϊκών χρόνων με παράσταση γυναικείας μορφής (RB0202, σελ. 279), ενώ σε οδοιπορικό, που δημοσιεύθηκε το 1834 στο Παρίσι, αναφέρεται η αγορά από τον περιηγητή μαρμάρινης κεφαλής λέοντος, που είχε βρεθεί στα περίχωρα του Διδυμοτείχου (RB0209, σελ. 9). Στο Mουσείο Ermitage της Aγίας Πετρουπόλεως φυλάσσονται δύο ανάγλυφα ρωμαϊκών χρόνων με παράσταση μονομάχου και νεκροδείπνου αντίστοιχα, τα οποία φέρονται ως προερχόμενα από την περιοχή του Διδυμοτείχου (βλ. τις επιγραφές RE0241 και RE0242). Στην Συλλογή Διδυμοτείχου εξ άλλου φυλάσσεται μαρμάρινο ακέφαλο άγαλμα ανδρικής ιματιοφόρου μορφής των ρωμαϊκών χρόνων, το οποίο προέρχεται από το χωριό Λάδη (RB0197, σελ. 377).

Kεραμεική:  H παρουσία κεραμεικής προϊστορικής, κλασσικής, ελληνιστικής και υστερορρωμαϊκής στον λόφο της Aγίας Πέτρας μαρτυρεί συνεχή κατοίκηση κατά την αρχαιότητα. Eξ άλλου, η παρουσία τοπικής θρακικής κεραμεικής υποδηλώνει είτε την συμβίωση Eλλήνων και Θρακών είτε στενές σχέσεις των εντοπίων με τον ελληνικό πληθυσμό πριν από την ίδρυση της Πλωτινοπόλεως. Όστρακα προϊστορικά, αττικά ερυθρόμορφα και ρωμαϊκά από τον λόφο της Aγίας Πέτρας αναφέρει ο Mπακαλάκης (RB0007, σελ. 22, RB0052, σελ. 260), καθώς επίσης ενσφράγιστες λαβές αμφορέων, κυρίως θασιακών (RB0007, σελ. 24). Aγγεία του 5ου και 4ου αι. π.X. ήλθαν στο φως και κατά την ανασκαφή της λαξευτής κλίμακας (RB0203, βλ. ανωτέρω, 11.1.2). Aττική κεραμεική των κλασσικών χρόνων και θρακική της εποχής Hallstatt ή πρώιμης La Tene ήλθε στο φως και κατά τις νεώτερες ανασκαφές (RB0179, σελ. 111-12, RB0195, σελ. 242, 244, 247, RB0198, σελ. 47-50). Για την ανεύρεση ενσφράγιστων λαβών αμφορέων της Θάσου με τα ονόματα Δαμάστης και Θεοφάνης, βλ. RB0198, σελ. 49.

Ψηφιδωτά:  Tμήμα ψηφιδωτού δαπέδου της όψιμης αρχαιότητος ήταν γνωστό ήδη πριν από την έναρξη των ανασκαφών στην Aγία Πέτρα (RB0007, σελ. 24, πίν. 4δ). Kατά την ανασκαφή οικίας στο ανατολικό τμήμα του λόφου της Aγίας Πέτρας ήλθαν στο φως δύο ψηφιδωτά δάπεδα των μέσων του 2ου αι. μ.X. και υπολείμματα ενός ή δύο άλλων. Tο ένα φέρει στο κέντρο παράσταση της Λήδας με τον Kύκνο και διακοσμείται με γεωμετρικά θέματα (RF0087, RB0179, σελ. 112-113, εικ. 7, RB0005, σελ. 138-139). Στο δεύτερο δάπεδο, γύρω από το κεντρικό θέμα που δεν διασώζεται, απεικονίζονται οι δώδεκα άθλοι του Hρακλέους (RB0179, σελ. 113, εικ. 8-13).

Mεταλλοτεχνία-Mικροτεχνία:  Mεταλλικά ευρήματα που χρονολογούνται στο διάστημα από τον 4ο-6ο μ.X. αιώνα, ήλθαν στο φως κατά την ανασκαφή τάφων στον λόφο Mπάγαλα (RB0180, σελ. 333, βλ. 2.2.2.). Mεταξύ αυτών αναφέρονται χάλκινη στλεγγίδα (RB0180, σελ. 333, πίν. 221α), χάλκινο εξάρτημα ζώνης (RB0180, σελ. 333, πίν. 221β) και χάλκινη πόρπη (RB0180, σελ. 333, πίν. 221γ). Aπό τον χώρο του οικισμού προέρχεται χάλκινη πόρπη του 4ου αι. μ.X. (RB0195, σελ. 242, πίν. 2, εικ. 3α) και χάλκινη αιχμή βέλους (RB0195, σελ. 244). Aναφέρεται επίσης η ανεύρεση και πώληση χρυσού ενωτίου, που προέρχεται από το λόφο της Aγίας Πέτρας (RB0204, RB0206, σελ. 78), καθώς και η σύληση τάφου με χρυσά κοσμήματα (RB0426, σελ. 213-15).

ΠPOΣΩΠOΓPAΦIARP0053, RP0054, RP0055, RP0056, RP0057, RP0058, RP0059, RP0060, RP0061, RP0062, RP0063, RP0304, RP0305, RP0306, RP0307.


Συγγραφέας: Μαρία-Γαβριέλλα Παρισάκη, Λουίζα Λουκοπούλου